Τετάρτη 15 Νοεμβρίου 2017

OTAN...........


ΟΤΑΝ ΕΙΜΟΥΝ ΜΙΚΡΟΣ ΗΘΕΛΑ ΝΑ ΕΙΜΑΙ ΜΕΓΑΛΟΣ ΤΩΡΑ ΠΟΥ ΜΕΓΑΛΩΣΑ ΘΕΛΩ ΝΑ ΕΙΜΑΙ ΠΑΙΔΙ ΝΑ ΠΑΙΖΩ ΚΑΙ ΝΑ ΤΡΕΧΩ ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ....ΤΩΡΑ ΜΕΓΑΛΩΣΑ ΚΑΙ ΤΡΕΧΩ ΝΑ ΠΡΟΛΑΒΩ ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ.

Η πρώτη κραυγή του ανθρώπου είναι κλάμα. Από εκεί και πέρα οι άνθρωποι ή παραμένουν άνθρωποι και κλαίνε ή γίνονται τέρατα και κάνουν τους άλλους να κλαίνε.

Φορές που το "αύριο" είναι η πιο δύσκολη μέρα της εβδομάδας, 

μα δεν παύει να είναι ένα αύριο.

Ολα τα ταξιδια καποια μερα θα τελειωσουν...Βρες το συμπαν μεσα σου...και μπορεις να ταξιδευεις για παντα...Καλή τύχη...σε ολους...

λάθη, στραβά και πάθη.
 .ίσια..

Τίποτα δεν μπορεί
Να γεμίσει με αλήθεια
Δεν υπάρχει κάτι
Που μπορεί να ντυθεί
Τόσοι άνθρωποι
Κι ούτε ένας άνθρωπος
Τόσος πόνος
Κι ούτε μια θλίψη
Τόσος θάνατος
Να γιορτάζει τις μέρες μας
Κι ούτε ένα συγγνώμη
Να μιλάει προσευχές
~Μαρία Χρονιάρη~

Από την συλλογή " Η Σκιά μου και Εγώ "
Μπορεί να’γειρε
 η μέρα στη ζωή μου
 να σουρούπωσε
 αλλά.......ΠΡΟΧΩΡΑΜΕ..

ΦΙΛΙΑ......
Ξεκινάς με ένα τσουβάλι γεμάτο ανθρώπους. 
Άνθρωποι που αποκαλείς γνωστούς, φίλους, συμφοιτητές, 
συνάδελφους, κολλητούς, γείτονες, συμμαθητές.
Πόσο γεμάτη ζωή με τόσους ανθρώπους, σκέφτεσαι 
και χαμογελάς αθώα.
Προχωράς δυο βήματα και νιώθεις πως το τσουβάλι σα να έχει ελαφρύνει. Ανοίγεις και βλέπεις πως κάποιοι λείπουν, πως κάποιοι έχουν φύγει 
ή τους έχεις διώξει και εσύ. Όχι μην ανησυχείς δε σε κακολογούν, 
ούτε τους κακολογείς, απλά έτσι είναι οι άνθρωποι, απλά χάνονται, 
απλά δε συνεχίζουν, απλά δεν ταιριάζουν.
Κλείνεις το τσουβάλι ανέκφραστα, έχεις τόσους πολλούς 
που δε σε νοιάζει.
Προχωράς άλλα τρία βήματα. Κοντοστέκεσαι ξάφνου.
Σα να έχει ελαφρύνει και άλλο το άτιμο. Το ανοίγεις και τι να δεις… 
Ούτε οι μισοί. Μα σαν να προστέθηκαν και κάποιοι άλλοι, λίγοι, 
όχι πολλοί. Μα τι στην ευχή; Εσύ θα έπαιρνες όρκο ότι κάποιοι 
θα ήταν μέσα και κάποιοι άλλοι δε θα έμπαιναν ποτέ. 
Κλείνεις συλλογισμένος το τσουβάλι και προχωράς άλλα τέσσερα βήματα.
Μα το τσουβάλι το νιώθεις πιο ελαφρύ από ποτέ, επικίνδυνα ελαφρύ 
θα έλεγε κανείς. Σταματάς να δεις μήπως τρύπησε το τσουβάλι 
και άδειασε μονομιάς, αλλά μια χαρά το βλέπεις.
Ξεμπλέκεις τα δεμένα κορδόνια του και κοιτάς μέσα. 
Μα τους εκατό κλέφτες σκέφτεσαι, τι έχει γίνει; 
Που εξαφανιστήκαν όλοι; 
Ψάχνεις εδώ, ψάχνεις εκεί, λίγους νοματαίους βλέπεις.
Προχωράς άλλο ένα βήμα μικρό, όχι μεγάλο και πλέον είσαι σίγουρος 
ότι το τσουβάλι έχει τρυπήσει. Το κοιτάς από κάτω και όντως είναι τρύπιο. Αναθεματίζεις για ώρα από εδώ και εκεί, μέχρι που προσέχεις πως κάποιοι λίγοι έχουν γαντζωθεί τριγύρω και με κόπο κρατιούνται, αλλά δεν 
παραιτούνται. Δεν είναι πολλοί. Μια χούφτα άνθρωποι, οι δικοί σου 
άνθρωποι.Τους κοιτάς και τους αναγνωρίζεις. Είναι αυτοί που και 
η απουσία τους καμιά φορά ήταν ορατή μόνο στο μάτι, γιατί ήξερες 
πως είναι κάπου στο εκεί. Είναι αυτοί που και στο δικό τους τρύπιο 
τσουβάλι της φιλίας, είσαι αυτός που γαντζώθηκε, που δεν παραιτήθηκε. Μπαλώνεις χαρούμενος το τσουβάλι, το ρίχνεις στις πλάτες και το προσέχεις σαν τα μάτια σου. Δε φοβάσαι πια μήπως αδειάσει, 
αλλά μήπως και γεμίσει, γιατί επιτέλους νιώθεις πιο γεμάτος από ποτέ.
Και αν σου πουν πως φταις εσύ που τους έβαλες όλους στο ίδιο τσουβάλι, 
να τους πεις πως το τσουβάλι της φιλίας χωράει πολλούς μα στο τέλος κρατάει λίγους





Κυριακή 5 Νοεμβρίου 2017



Αυτο που ηδη ξερεις..
.δεν σε ενοχλει πολυ..
.Αυτο που υποψιαζεσαι 
σου διαλυει το μυαλο...!!!


Ο καλυτερος τροπος
 για να κανεις 
τα ονειρα σου να βγουν
 αληθινα...
ειναι να ξυπνησεις...!!!

Οτι ζει στις ομορφες
 γωνιες της ψυχης μας...
Οτι ταξιδευει στις ζεστες
 αναμνησεις του μυαλου μας...
Δεν πεθαινει ποτε...!!!

Ξέρεις.. Δεν είχα ποτέ πολλά πολλά με την ανωτέρα δύναμη...
Είχαμε τις διαφορές μας...
Σε κάθε πέσιμο της ζωής μου τα εβαζα μαζί του...
Ξέρει όμως οτι είμαι Ανθρωπος κ λυγιζω κ έτσι ποτέ δε μου θύμωσε...
Πάντα με προσέχει.. Ποιος ξέρει το γιατί..κάτι θα βλέπει σε μένα!
Σήμερα δεν θα γράψω κάτι ποιητικό κ όμορφο...
Σήμερα θα ξεσπασω.... Να βγάλω τα σπασμένα γυαλιά της ψυχής μου που με κόβουν...!
Πίστευα κ θα πιστεύω στις όμορφες ανθρώπινες ψυχές...
Εδωσα κ θα δίνω κ αυτό δεν αλλάζει όσο κ αν πονάει κάποιες φορές...
Εχω κ εγώ κάποιον που με προσέχει κ με αγαπάει για αυτό που είμαι ακριβως..
Σήμερα λοιπόν... Ανακάλυψα τυχαία στο δρόμο οτι η ψυχή που έδωσα... Είχε διαμελιστεί κ είχε δωθεί για φάγωμα...
Είδα την ψυχή μου...τα συναισθήματα μου να γίνονται περίγελο στα μάτια αλλων ανθρώπων... Είδα τα μάτια εκείνα που πίστευα οτι είχαν ψυχή να με κοιτούν σαν το διάολο.. Είδα μια κόλαση κενή...χωρίς ψυχή... Διαβολεμενη!
Είδα την ψυχή μου σε ενα τραπέζι να ξεσκιζεται με τα βλέμματα τους να με χτυπούν λες κ εκανα έγκλημα ..κάποιο μεγαλο κακό...
Συγχωρέστε με (Ανθρωποι) είχα ψυχουλα κ εδωσα...αυτό είναι το κακό που έκανα..!
Οσο για σένα μεγαλοδυναμε...
Με εδειξες το δρόμο...
Μου έδωσες το φως να προχώρησω...
Οσο κ αν με πόνεσε αυτό...
Τώρα πια ξέρω...

ΟΛΑ ΓΙΑ ΚΑΠΟΙΟ ΛΟΓΟ ΓΙΝΟΝΤΑΙ..


Κάποια στιγμή, ακόμα και η απουσία συνηθίζεται.
Σήμερα γιορτάζω...
Πηρα ένα μπουκάλι κρασί και θα το πιω προς τιμή των αναμνήσεων μας. Δεν θα σου γκρινιάξω, ούτε θα σου θυμώσω για κάτι.
Σου γράφω ένα γράμμα, όχι πως θέλω να στο δώσω, να έτσι για να μιλήσω λίγο μαζί σου.Σήμερα θα γράψω για εσένα.

Σημασία δεν έχει για ποιόν πεθαίνεις αλλά για ποιόν ζεις...
Γιατί δε μιλάω, γιατί δε σου μιλάω να σου πω όσα νιώθω.. 
Να μιλήσω να πω τι; Τα συναισθήματά μου είναι πια τόσο πολύτιμα κι εγώ τόσο εύθραυστη! Να μιλήσω να πω όσα νιώθω στην πραγματικότητα;
Δεν είναι τα «σ’ αγαπώ» και τα «μου λείπεις» τα μεγάλα λόγια. Δεν είναι τα «για πάντα», τα «μη φύγεις», τα «σε σκέφτομαι», τα «σε θέλω». Τα μεγάλα λόγια είναι οι μικρές αυτές λέξεις που ανοίγουν και κλείνουν πόρτες, που χτίζουν και γκρεμίζουν τείχη.

Δεν είναι τυχαίο πως όταν βραδιάζει μας λείπουν πιο πολύ όσοι αγαπάμε. Τότε είναι που μετανιώνουμε για όσα είπαμε, για όσα θέλαμε να πούμε πολύ αλλά πνίξαμε στη σιωπή, γιατί χάσαμε το θάρρος μας τελευταία στιγμή. Τότε είναι που θέλουμε να στείλουμε τα μεθυσμένα μας μηνύματα
Γιατί ο άνθρωπος είναι παράξενο πλάσμα, έχει μάθει να αγαπάει το παρελθόν του. Όσο κι αν τον πλήγωσε, όσα δάκρυα κι αν έπεσαν, όσο κι αν το μισεί. Αρνούμαστε να δεχτούμε την μοναξιά ότι κι αν λέμε. Έτσι ζούμε καθημερινά με τις αναμνήσεις μιας κάλπικης ευτυχίας.

Έχω γράψει τόσα πολλά για εσένα, τόσες πολλές φορές και το περίεργο είναι πως δεν τα διάβασες ποτέ, μα σήμερα θα σε αφήσω να μάθεις.. Αλήθεια, θα μάθω ποτέ για αυτές τις αλλόκοτες συμπεριφορές σου?
Σου γράφω, με διαβάζεις; Εσύ άραγε γράφεις για εμένα κι αν ναι, γιατί δεν το μαθαίνω; Πόνεσες άραγε ποτέ σου για εμένα, έκλαψες, ούρλιαξες, είχες νεύρα απο το πρωί μέχρι το βράδυ; Μιλούσες για εμένα, έπινες για εμένα;
Τρέμω για το πως νιώθεις.
Για το πολύ απλό να είσαι καλά.
Τρέμω μη με ξεχάσεις
Τρέμω να μην θυμάσαι.

Θυμάσαι;

Θυμάσαι πως τρέμω όταν με αγκαλιάζες?
Ας ερχόσουν για λίγο… Ας ερχόσουν πάλι για λίγο όπως πρώτα! Θυμάσαι; Για τότε λέω που τρελαινόσουν να περνούσες την ώρα σου μαζί μου. Για τις φορές που άφηνες ότι έκανες για να έρθεις για λίγο να με δεις, να με αγκαλιάσεις για λίγο και να φύγεις και πάλι!
Μου άρεσε όταν ερχόσουν για λίγο. Μου δημιουργούσες περισσότερη ανάγκη για το πολύ μαζί σου.

Θα έρθω να σε πάρω από το χέρι και θα σε βάλω να κάτσεις απέναντι μου. Θα σου ψιθυρίσω ότι μου έλειψες με τη σιωπή μου και θα σου χαϊδέψω απαλά το πρόσωπο με το βλέμμα μου. Δεν επιτρέπονται τα αγγίγματα. Μόνο τα λόγια και τα βλέμματα.

Είναι η στιγμή που πρέπει να πονέσει, να κάνει την καρδιά του πέτρα και να φύγει με αξιοπρέπεια δίπλα από το άτομο για το οποίο δε θα σταματήσει να τρέφει αισθήματα. Στην αρχή πιο έντονα, αλλά όσο θα περνάει ο καιρός θα ξεθωριάζουν και αυτό που θα μείνει στο τέλος θα είναι ένα απλό ανθρώπινο ενδιαφέρον..

...Πάντα θα λείπεις....
Για μένα ποτέ δεν έφυγες. Υπάρχεις μέσα μου ξέρεις.
Υπάρχει κάτι πιο δυνατό και από το μαζί μας.
Θα καταπιώ το θυμό και την απογοήτευσή μου και δε θα κρατήσω κακίες, για όλα όσα αφήσαμε μισά και δε ζήσαμε ..

Θα σε συγχωρήσω, για όλα αυτά που προκάλεσες και δεν μπόρεσες να υποστηρίξεις με όλη τη δύναμη της ψυχής σου όταν έπρεπε. Δεν θα σε μισήσω που κώλωσες και μπλόκαρες, ούτε και θα σε κατακρίνω για την αδράνεια και την ατολμία σου. Θα δείξω κατανόηση και συμπαράσταση για τους φόβους και τη δειλία σου. Θα εύχομαι και θα ελπίζω να είσαι και να περνάς καλά, θα σε κάνω ανάμνηση που ξεθωριάζει και θα σε ξεχάσω.

Θα κρατήσω για μενα μόνο τις όμορφες στιγμές και αναμνήσεις. Εκείνες που γεμίζουν την ψυχή μου και που με κάνουν να νιώθω καλά μέσα μου.
Το χαμόγελό σου πάνω στο δικό μου, τα γλυκόλογά σου στο αφτί μου, την ανάσα σου πάνω στην καμπύλη του λαιμού μου, το βελούδινο άγγιγμά σου στο σώμα μου, τον απρόβλεπτο έρωτά σου, που μπήκε σα τυφώνας στην καλά οργανωμένη ζωή μου και την έκανε άνω κάτω. Τα χείλη σου στο στόμα μου, τη λαχτάρα σου για το κορμί μου, τη δίψα σου για ζωή μαζί μου. Εκείνες τις στιγμές, που τα ποιήματα και οι μουσικές σου..
Μέχρι στιγμής πίστευα πως κάπου είχα κάνει το λάθος εγώ..

Σκεφτόμουν τι έφταιξε και έληξε όλο αυτό μεταξύ μας άδοξα και για να σε δικαιολογώ για το καθετί,,Ίσως να μην ήμουν αρκετή, ίσως να σε έπνιξα άθελά μου, ίσως να σου έδωσα τα πάντα χωρίς να έχεις τίποτα πια να περιμένεις.

Ένα μήνυμα, στείλε μου ένα μήνυμα, ότι κι αν μου γράψεις εγώ θα καταλάβω. Όχι άλλη σιωπή, με κούρασε η σιωπή. Βαρέθηκα να θέλω να σου μιλήσω και να μην μπορώ. Δεν έχω περιθώριο να κάνω το βήμα, το ξέρεις. ..Δε θα πω ψέματα. Σε σκέφτομαι περισσότερο απ’ όσο νομίζεις κι απο ότι θέλω. Δημιουργώ όμορφες εικόνες κι έχω ακόμη μία ευχή. Κι ας λένε ότι τις ευχές πρέπει να τις λες μόνο από μέσα σου, για να πραγματοποιηθούν. Εγώ θα τη γράψω και θα τη φωνάξω, όσο πιο δυνατά γίνεται: «Εύχομαι κάποια μέρα να ξαναγαπηθούμε».

Δεν ξέρεις γιατί δεν έμαθες ποτέ.
Ότι κάθε μέρα και στιγμή τσακώνομαι με τις αντοχές μου και με μισώ που σε κουβαλάω μέσα στην απέραντη θλίψη μου.
Αν δεν δείλιαζες..
Αν δεν έφευγες...
Ας κρατούσες λίγο ακόμα ανάμεσα στα χέρια σου το κορίτσι εκείνο που σε αγαπούσε και σε πίστευε.
Σε εμπιστευόμουν, θυμάσαι??

Μην με προδώσεις μου έλεγες ..
Έτσι μου έλεγες και με πρόλαβες.
Έτσι κάπως χάθηκε και η δικιά μας σχέση. Την πετάξαμε στα σκουπίδια μια βραδιά. Ένας καβγάς, μια δύσκολη περίοδος για τις ζωές και των δύο,..
Μου άφησες πικρα γιατί δεν προσπάθησες αρκετά ή έστω δεν ήσουν διατεθειμένος να σκεφτείς όπως εγώ αλλά δεν πειράζει. Η ζωή είναι απρόβλεπτη. Μπορεί να συναντηθούν ξανά οι δρόμοι μας και που ξέρεις; Μπορεί να είναι καλύτερα τα πράγματα αλλά μπορεί και όχι....Απλώνομαι πάνω στο χαρτί και ζωγραφίζω όλα εκείνα που δεν κατάφερα να πω...Άραγε τι πονάει πιο πολύ; Τι είναι αυτό που σου μένει απωθημένο; Που σε σημαδεύει; Που θεωρείται ανεκπλήρωτο;

Αυτό που γνώρισες, ερωτεύτηκες και δεν έζησες ή απο αυτό που πήρες μια μικρή γεύση;Τις μόνες εξηγήσεις θα τις δώσεις στον εαυτό σου.
Σε χρειάζομαι τόσο ακόμα που δεν θέλω να σε ξαναδώ. Καίω το μέσα μου και φυσαω τις στάχτες στη θάλασσα.. Θα προχωρήσω μπροστά. Θα συνεχίσω να ζω. Άφησα την καρδιά μου κάποτε στα χέρια σου και σε είδα να την παρατάς για πάντα.
Πώς είσαι; Με ρωτάς. «Μια χαρά» σου απαντάω.
Δυο τόσο μικρές λεξούλες που μέσα τους κρύβουν το πιο μεγάλο ψέμα που μπορεί να πουν δυο χείλια μετά το «μαζί για πάντα».



Πέμπτη 26 Οκτωβρίου 2017


Λίγο πριν χαράξει κοίταζε τη θάλασσα.
Χάζευε τα γλαροπούλια, κάποια πλοία που περνούσαν, έκατσε σε ένα πεζούλι εκεί δίπλα στην ακτή. 
Ήθελε να της μιλήσει αλλά από την άλλη πάλι δεν ήθελε να την ενοχλήσει.
Και τι να της έλεγε άλλωστε. 
Αυτά που ήθελε δε θα μπορούσε να τα πει ποτέ.
Εκείνα τα μάτια της ήθελε.
Τίποτε άλλο,κι όταν την έβλεπε να έρχεται,ξαφνικά τον έπιανε μία απελπισία.
Ότι μπροστά της,δεν έπιανε μία.
Μα όταν του χαμογελούσε...Όλα του περνούσαν...κοίταζε τα μάτια της.
Αχ αυτά τα μάτια της...
Ερωτευμένος μία ζωή θα είναι...με αυτά τα μάτια της...
S.Chronos(Σ.Βε'ι'ς)
Μετά την πτώση και πριν την άλλη πτώση
Μετά τον ένα θάνατο και πριν τον άλλο
Όταν οι μέρες λυγίζουν μία μία
Χωνεύονται γίνονται μνήμη
Και ίσκιοι μες στη μνήμη
Ανοίγουν κύκλο γύρω τα παράθυρα
Τραβιούνται άξαφνα στις άκρες οι κουρτίνες
«Προσπάθησε να δεις
Προσπάθησε επί τέλους
Κοίταξε όρισε προσδιόρισε»
«Ζωή μας αυτό που ποτέ μας δε ζήσαμε
Αυτό το κενό – η ζωή μας»

~Αλέξης Τραϊανός~
Ο γέρος πάντα έλεγε τη θάλασσα la mar, όπως τη λένε δηλαδή στα ισπανικά όσοι την αγαπούν. Και αν καμιά φορά κι αυτοί ακόμη την κακολογούν, είναι σαν να κακομιλούν σε μια γυναίκα. Μερικοί από τους πιο νέους ψαράδες, αυτούς που χρησιμοποιούν τσαμαδούρες στις πετονιές τους κι είχαν ψαρόβαρκες με μηχανή που τις αγόρασαν όταν πουλιόταν σαν τρελό το συκώτι του σκυλόψαρου, την έλεγαν el mar, που είναι αρσενικό.
Γι’αυτούς δεν είναι παρά ένας αντίπαλος, ένας τόπος ,ή ακόμη κι ο εχθρός τους. Όμως, ο γέρος πάντα θηλυκιά τη φανταζόταν, σαν κάτι που σου έκανε ,η αρνιόταν να σου κάνει μεγάλες χάρες, κι αν κάποτε είχε αγριάδες ,η την έπιανε το κακό της, ήταν γιατί δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς. Το φεγγάρι την επηρέαζε όπως και τη γυναίκα, σκέφτηκε.
Έρνεστ Χεμινγουέϊ, Ο Γέρος και η θάλασσα, 1952
Ο Μαΐστρος, ο Λεβάντες, ο Γαρμπής, ο Πουνέντες, ο Γραίγος, ο Σιρόκος, η Τραμουντάνα, η Όστρια.
"Τη νύχτα σου’ πα στο καμπούνι μια ιστορία,
την ίδια που όλοι οι ναυτικοί λένε στη ράδα,
τα μάτια σου τα κυβερνούσε ΣΟΡΟΚΑΔΑ
κι όλο μουρμούριζες βραχνά : ''Φάλτσο η πορεία..."

Νίκος Καββαδίας

Τρίτη 24 Οκτωβρίου 2017

ΣΕΒΑΣΜΟΣ...........


ΣΕΒΑΣΜΟΣ  στον συν- άνθρωπο που έχεις απέναντί σου... μην τον μειώνεις βάζοντάς του τις φωνές μπροστά σε κόσμο, μεγάλους και παιδιά... πού είναι η διάκρισή σου ;;;Μην τον πληγώνεις έτσι... μην τον ευτελίζεις...μην καταρρακώνεις την αξιοπρέπειά του... άκουσέ τον όταν σε παρακαλάει να  μην του μιλάς μ'αυτόν τον τρόπο δημόσια...τον προσβάλλεις κι εσύ ακόμη να το καταλάβεις... μόνο προσπαθείς να τον πείσεις, ίσως λίγο και τον εαυτό σου, ότι σε θύμωσε... Γιατί;;; Επειδή , λέει, δεν έκανε το Λογικό, το Αυτονόητο... Το Λογικό και Αυτονόητο για ΣΕΝΑ ... όχι όμως Λογικό και Αυτονόητο και  για ΕΚΕΙΝΟΝ...
Θύμωσες γιατί ταλαιπωρήθηκες μία ώρα, λες... σκέψου όμως πριν μιλήσεις και πριν συμπεριφερθείς δημοσίως απαξιωτικά απέναντί του, πόσες μα πόσες φορές αυτός ο συν-άνθρωπος ταλαιπωρήθηκε για σένα οικειοθελώς... πόσες φορές έβαλε στο πλάι τα δικά του θέλω και τις δικές του ανάγκες ... πόσες φορές πρόσφερε τον ελάχιστο προσωπικό του χρόνο για σένα και σε σένα... και τώρα εσύ λες πως φταίει αυτός και κατ΄εσέ άξιζε τέτοια συμπεριφορά  (αυτό του το έδειξες στην πράξη... δεν του το είπες...) γιατί σε θύμωσε ...
Έχω μία αρχή στη ζωή μου και προσπαθώ να την εφαρμόζω και να την τηρώ  :
Να συμπεριφέρομαι  με μέτρο την Αγάπη...αυτήν που ευαγγελίζεται η Χριστιανική μας Πίστη...
Να συμπεριφέρομαι με φιλότιμο, με ταπεινοσύνη και αίσθηση ευγνωμοσύνης  για τα μικρά και ασήμαντα μα και για τα μεγάλα  το ίδιο απέναντι σε όλους ...  
Μα  κυρίως με Σεβασμό!!! 

Τους βαρεθηκα.........




Τους βαρέθηκα…
Γράφει ο Μητρόπουλος Παναγιώτης – Κοινωνιολόγος
Βαρέθηκα να ξυπνάω το πρωί με το μυαλό μου γεμάτο σκέψεις, σκέψεις που δεν τις κάλεσε κανείς, μα θρονιάστηκαν για τα καλά.
Βαρέθηκα να κοιτάω στον καθρέφτη και να μη βλέπω πια εκείνο το παιδί, γιατί ξέρω πολύ καλά, ότι είναι εκεί μέσα, κρυμμένο πίσω από όλα αυτά που μου φορέσανε.
Βαρέθηκα τους ανθρώπους με τα ψεύτικα χαμόγελα και τις κάλπικες αγκαλιές, άνθρωποι φοβισμένοι που δεν τολμούν να δεχτούν τον εαυτό τους.
Βαρέθηκα την υποκρισία, τα ψέμματα και τους δήθεν, όσους παριστάνουν κάτι άλλο από αυτό που είναι και ξεχνούν.
Βαρέθηκα όσους κρύβουν τα ελαττώματά τους και πιστεύουν πως είναι κάτι καλύτερο και πιο δυνατό από τον διπλανό τους.
Βαρέθηκα όσους νομίζουν ότι μπορούν να εξουσιάζουν ανθρώπους και καταστάσεις με το έτσι θέλω.
Βαρέθηκα και τους πολιτικούς που σαν γουρούνια κυλιούνται οικειοθελώς στη λάσπη, που μολύνουν χώρες ολόκληρες με ψεύτικες υποσχέσεις και πουλάνε τη σάπια τους εικόνα μιλώντας για αξίες όπως ο σεβασμός και η κατανόηση.
Βαρέθηκα που ακόμη επικαλείται τη Δημοκρατία, ένας δυτικός πολιτισμός που για να χτιστεί, πάτησε πάνω σε ό,τι εκείνη πρεσβεύει.
Βαρέθηκα και τους «ανυποψίαστους» που τρώνε τη μασημένη τροφή για καινούρια, αυτούς που σαν άβουλα όντα βλέπουν τη ζωή τους να φτιάχνεται από άλλους.
Βαρέθηκα τα άδεια βλέμματα και τις κενές ματιές, που πονάνε πιο πολύ και από το χειρότερο πόνο. Και πονάνε γιατί δεν ξέρεις πώς γιατρεύονται, απλά σε κυριεύουν.
Βαρέθηκα τους ανθρώπους που δεν εκτιμούν όσα έχουν και ψάχνουν συνεχώς να αποκτήσουν κάτι που δεν θα εκτιμήσουν ποτέ.
Βαρέθηκα τα σκυθρωπά πρόσωπα στο δρόμο, που σαν ζόμπι παραδομένα στη μαύρη τους μοίρα, απλά διεκπεραιώνουν την κάθε μέρα.
Βαρέθηκα που μας μαθαίνουν πως η ζωή είναι μόνο αγώνας και ζόρι, που όταν νιώθουμε ευτυχία νιώθουμε μαζί και φόβο.
Βαρέθηκα την αγένεια, τα ψυχρά λόγια και αυτούς που νομίζουν ότι για να μιλήσεις αρκεί απλά να ανοίξεις το στόμα σου.
Βαρέθηκα τις σχέσεις στις οποίες όλα θεωρούνται δεδομένα και κανένας δεν παλεύει πια για τίποτα.
Και τέλος, βαρέθηκα και μένα, γιατί πολλά από αυτά τα κάνω κι εγώ, κι ας το μετανιώνω μετά.
Γιατί είμαι κι εγώ ένα γρανάζι και δεν κάνω τίποτα για να το αλλάξω.
http://enallaktikidrasi.com/2015/06/tous-varethika/#ixzz3iEWysGSJ



ΕΠΑΤΗΣΑ ΤΑ ΓΗΡΑΤΕΙΑ
ΣΤΟ ΠΡΩΤΟ ΣΚΑΛΟΠΑΤΙ
ΕΝΙΩΣΑ ΑΜΕΣΩΣ ΣΤΗΝ ΖΩΗ
ΝΑ ΜΕ ΠΕΙΡΑΖΕΙ ΚΑΤΙ

Φτάνοντας  στο τέρμα κάθομαι να κανω τον απολογισμό μου τι κέρδισα και πόσα έχασα..μπα η ζυγαριά λαθος κάνει εχει μεινη ακίνητη δεν μπορεί,,,Ναι ρε φίλε έτσι έτρεξα αρκετά μα παρα πολύ αρκετά να προλάβω να φτιάξω πολλά μα οσο πιο πολλά μπορούσα και το φινάλε
Τέτοιες στιγμές θολώνουν τα μάτια...κι έτσι θολά και νοτισμένα, βλέπουν ολοκάθαρα τις ομορφιές που "έντεχνα" κρύβουν οι ανθρώπινες καρδιές...σε κάθε βήμα, σε κάθε χτύπο, σε κάθε ανάσα...
Και προσπερνούν αδιάφορα κάθε μικρότητα, κάθε ασχήμια που τα περιτριγυρίζει
Μονάχα να ‘ξεραν οι νέοι. Μονάχα να μπορούσαν οι γέροι

Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2017

ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ




Σας παρακαλώ, τραβήξτε την κουρτίνα. Ανοίξτε τα παραθυρόφυλλα της Ιστορίας μας, να περάσει μέσα ο ήλιος. Σπάστε τις αμπάρες, κόψτε τα σκοινιά, διαρρήξτε τις μπουκαπόρτες, τινάξτε τα παλιά σκεπάσματα, φωνάξτε επιτέλους την αλήθεια, έρχονται χρόνια βαριά, έρχονται χρόνια κατακόκκινα, όχι από σημαίες και τοματοχυμούς, αλλά από αίμα.
Σας παρακαλώ, ξυπνήστε, δεν πάει άλλο, φτάνει πια, ο δρόμος τελειώνει, η πατρίδα τελειώνει, το όνειρο τελειώνει, όλα πάνε προς το τέλος, το χιόνι βρωμίστηκε από τα πατήματά τους, ο αέρας μολύνθηκε απ' την ανάσα τους, τα λόγια γίνονται σφικτήρες και πνίγουν το μυαλό, οι σκέψεις ταξιδεύουν σαν τραυματισμένες καρακάξες σ ένα άδειο τοπίο...
Σας παρακαλώ, κρατήστε όρθιες τις ιδέες, μην παραδίδεστε στις εικόνες, σταθείτε απέναντι από το ύποπτο ρεύμα, μην αφήνετε να περπατήσει στο σώμα σας το τρεμούλιασμα του πανικού, μην αποχωρείτε, μην φεύγετε, μην αραιώνετε τις γραμμές, πρέπει να είμαστε όλοι εδώ, πρέπει να γίνουμε όλοι μαζί Κάτι Μεγάλο, πρέπει και πρέπει και πρέπει...
Σας παρακαλώ, μην ξεγελάτε το θυμό σας με υποψίες συμβιβασμού, μην ανατρέπετε την αγανάκτηση σας, μην προδίδετε το πρώτο βήμα της άνοιξης, μην διστάζετε, κρατηθείτε όρθιοι, το κύμα θα περάσει, η μπόρα θα καταντήσει ψιλοβρόχι αν εμείς περάσουμε από μέσα της μ’ ένα λοστό στο βλέμμα κι ένα σκληρό χαμόγελο στο ξεραμένο στόμα μας…
Σας παρακαλώ, δεν έχετε το δικαίωμα να σταματήσετε να σκέφτεστε! Μας κοιτάζουν από το συμπαντικό θεωρείο τους οι Αγέννητοι ΄Ελληνες! Ζητάνε μια καθαρή χώρα να γεννηθούν κι ένα ζωντανό τοπίο να μεγαλώσουν. Ζητάνε μια σπίθα αγάπης να φωτίσει τον καινούργιο δρόμο τους. Αλλιώς, αν δεν τους πείσουμε, δεν θα κατεβούν, θα ορφανέψει ο τόπος μας, θα αρχίσει να σβήνεται από το χάρτη του κόσμου, μην το επιτρέψετε αυτό…
Σας παρακαλώ, δεν έχω άλλη δύναμη να φωνάξω, τόσα χρόνια, σέρνω κι εγώ την ταπεινή μου φωνή σ όλους τους τόνους, δεν έχω άλλες κοφτερές λέξεις να τινάξω στον άνεμο, να σας βρουν κατακούτελα, είμαι κι εγώ ένας από σας, φταίω για πάρα πολλά, όμως το παιδί που διανυκτερεύει μέσα μου, δεν θα γιορτάσει πια, κανείς δεν του κάνει ένα δώρο, το ίδιο κι εσείς νιώθετε το ξέρω, το βλέπετε, αρνούμαι ακόμα και να παίξω με τις λέξεις μου.
Δεν μου φτάνουν πλέον τα ποιήματα, τα λόγια μας βαρύνανε σαν τις ψυχές μας, όχι, μην αφήσουμε να κλείσει η πόρτα…
Σας παρακαλώ, μην αφήσουμε να μπει ο δικός μας θάνατος ανάμεσά μας, δικάστε τους μέσα σας πρώτα, εις θάνατον, εις θάνατον, εις θάνατον, όλοι τους, όλοι όσοι μας πούλησαν, μας πρόδωσαν, μας ξευτέλισαν, μας γονάτισαν, μας απέσυραν στις γωνιές της αγωνίας, εις θάνατον σας παρακαλώ, όλοι τους λοιπόν…
Σας παρακαλώ, δεν έχω πρόσκληση, δεν έχω πρόκληση, δεν χτυπάω κανένα κουδούνι, κανένα καμπανάκι, οι καμπάνες σιγούν σ’ όλη τη χώρα, οι ποιητές μου βουρκώνουν από τα βάθη της ιστορίας μας, οι παππούδες κι οι γιαγιάδες μας, μας τραβάνε το αυτί αυστηρά, δεν μπορεί να μην το βλέπετε, δεν μπορεί να πέσατε όλες κι όλοι, Αδελφές κι Αδελφοί μου, σε μαύρη νάρκη, σε ύπουλο ύπνο, σε βαριά αφασία, δεν μπορεί, δεν είναι δυνατόν να πηγαίνετε αμίλητοι με σκυφτό το κεφάλι προς το τέλος του δρόμου...
Σας παρακαλώ, μέσα σας τουλάχιστον, κρεμάστε τους, τουφεκίστε τους, κόψτε τους τις γλώσσες, πετάξτε τα κεφάλια τους στο βάραθρο, διαλύστε τα ίχνη τους στον καραβοριά…
Σας παρακαλώ, δεν έχουμε τίποτε να σώσουμε πια, παρά μόνο Εμάς. Κι αυτό είναι πάρα πολύ…
Σας παρακαλώ, ακούστε με, σας μιλά ο τελευταίος των τελευταίων ανάμεσά σας, με λόγια απλά, δίχως στολίδια, όμως η βαριά ευθύνη μας, ας βγει στον ελεύθερο αγέρα. Ο αγέρας αυτός είναι δικός μας, ακόμη… Ανεβείτε μέσα του και πετάξτε ψηλά, πιο ψηλά κι απ’ το φόβο, πιο ψηλά κι από το θάνατο...
Σας παρακαλώ, ακούστε με..   Ιατροπουλος.Α.Δημητρης
Η γυναίκα μου μού πρότεινε να βγω με άλλη γυναίκα.
ʽΓνωρίζεις πολύ καλά πως την αγαπάςʼ μου είπε μια μέρα ξαφνιάζοντάς με.
ʽΗ ζωή είναι πολύ σύντομη, αφιέρωσέ της χρόνο.ʼ
ʽΜα εγώ ΕΣΕΝΑ αγαπώʼ της είπα έντονα.
ʽΤο ξέρω. Εξίσου όμως αγαπάς κι εκείνη.ʼ
Η άλλη γυναίκα, την οποία η γυναίκα μου ήθελε να επισκεφθώ, ήταν η μητέρα μου, χήρα εδώ και χρόνια. Όμως οι απαιτήσεις της δουλειάς και των παιδιών με ανάγκαζαν να την επισκέπτομαι αραιά και που.ʼ
Εκείνο το βράδυ της τηλεφώνησα και την προσκάλεσα έξω σε δείπνο και μετά για κινηματογράφο.
ʽΤι συμβαίνει; Είσαι καλά;ʼ με ρώτησε.
Η μητέρα μου είναι από τους ανθρώπους που εκλαμβάνει ένα νυχτερινό τηλεφώνημα ή μια αναπάντεχη πρόσκληση ως αρχή κακών μαντάτων.
ʽΝόμιζα πως θα ήταν καλή ιδέα να περνούσαμε λίγο χρόνο μαζίʼ της απάντησα. ʽΟι δυο μας μόνοι… Τί λες;ʼ
Σκέφθηκε λιγάκι και απάντησε: ʽΘα το ήθελα πολύ.ʼ
Εκείνη την Παρασκευή, καθώς οδηγούσα μετά το γραφείο για να πάω να την πάρω, αισθανόμουν περίεργα. Ήταν ο εκνευρισμός που προηγείται ενός ραντεβού… Και πώς τα φέρνει η ζωή, όταν έφθασα στο σπίτι της, παρατήρησα πως και η ίδια ήταν φοβερά συγκινημένη!
Με περίμενε στην πόρτα φορώντας το παλιό καλό παλτό της, είχε περιποιηθεί τα μαλλιά της και ήταν ντυμένη με το φόρεμα με το οποίο είχε εορτάσει την τελευταία επέτειο του γάμου της. Το πρόσωπό της χαμογελούσε, ακτινοβολούσε φως, όπως το πρόσωπο ενός αγγέλου.
ʽΕίπα στις φίλες μου ότι θα βγω με το γιο μου και όλες τους συγκινήθηκανʼ μου είπε καθώς έμπαινε στο αυτοκίνητό μου. ʽΔεν μπορούν να περιμένουν μέχρι αύριο για να μάθουν τα πάντα για τη βραδυνή έξοδό μας.ʼ
Πήγαμε σε ένα εστιατόριο όχι από τα καλά, αλλά με ζεστή ατμόσφαιρα. Η μητέρα μου με έπιασε από το μπράτσο σαν να ήταν ΄Η Πρώτη Κυρία της χώρας.΄
Μόλις καθήσαμε, έπρεπε εγώ να της διαβάσω τον κατάλογο με τα φαγητά. Το μόνο που ΄έπιαναν΄ τα μάτια της ήταν κάτι μεγάλες φιγούρες.
Μόλις έφθασα στη μέση του καταλόγου, σήκωσα το πρόσωπό μου. Η μαμά μου καθόταν στην άλλη άκρη του τραπεζιού και με χάζευε. Ένα νοσταλγικό χαμόγελο πέρασε από τα χείλη της.
ʽΕγώ ήμουν αυτή που σου διάβαζε τον κατάλογο, όταν ήσουν μικρός, θυμάσαι;ʼ
ʽΉρθε η ώρα, λοιπόν, να ξεκουραστείς και να μου επιτρέψεις να σου ανταποδώσω τη χάρηʼ απάντησα.
Κατά τη διάρκεια του γεύματος είχαμε μια ευχάριστη συζήτηση, τίποτα το εξαιρετικό, απλά το πώς περνάει ο καθένας μας κάθε μέρα.
Μιλούσαμε για ώρες, που τελικά χάσαμε την ταινία στον κινηματογράφο.
ʽΘα βγω μαζί σου την επόμενη φορά, αν μου επιτρέψεις να κάνω εγώ την πρότασηʼ μου είπε η μητέρα μου καθώς την επέστρεφα στο σπίτι. Την φίλησα, την αγκάλιασα.
Πώς πήγε το ραντεβού;ʼ θέλησε να μάθει η γυναίκα μου μόλις μπήκα στο σπίτι εκείνο το βράδυ.
ʽΠολύ όμορφα, σ΄ευχαριστώ. Περισσότερο κι απ΄ό,τι περίμενα.ʼ της απάντησα.Μερικές μέρες αργότερα η μητέρα μου ΄έφυγε΄ από ανακοπή της καρδιάς. Όλα συνέβησαν τόσο γρήγορα, δεν μπόρεσα να κάνω τίποτα.
Λίγο καιρό μετά, έλαβα έναν φακέλο από το εστιατόριο όπου είχαμε δειπνήσει η μητέρα μου κι εγώ. Μέσα είχε ένα σημείωμα που έγραφε:
ʽΤο δείπνο είναι προπληρωμένο. Ήμουν σχεδόν βέβαιη πως δεν θα μπορούσα να παρευρεθώ, κι έτσι πλήρωσα για δύο άτομα, για σένα και τη σύζυγό σου. Δεν θα μπορέσεις ποτέ σου να αισθανθείς τί σήμαινε εκείνη η βραδιά για μένα. Σε αγαπώ!ʼ
Εκείνη τη στιγμή συνειδητοποίησα τη σπουδαιότητα του να είχα πει εγκαίρως ʽΣΕ ΑΓΑΠΩʼ........
Συνειδητοποίησα ακόμη τη σπουδαιότητα........ να δίνουμε στους αγαπημένους μας.... το χρόνο που τους αξίζει.......... Τίποτα στη ζωή δεν είναι.... και δεν θα είναι.... πιο σημαντικό από την οικογένεια σου..... Αφιέρωσε χρόνο σ΄αυτούς που αγαπάς......... γιατί αυτοί......... δεν μπορούν να περιμένουν....
Καμιά φορά η μάσκα που φοράς δεν 
 είναι αρκετή να κρύψει όλα
 όσα θα ήθελες να κρύψεις.
Έλα να γνωριστούμε από την αρχή λοιπόν...
Εσύ θα βγάλεις τη μάσκα που φοράς, 
κι εγώ θα κάνω πως 
.δεν πόνεσε που ξέρω
Το ημερολόγιο έδειχνε 30 Οκτωβρίου 1988 όταν ο Τάσος Λειβαδίτης μας αποχαιρέτισε για πάντα.

Όμως εδώ τελείωσα. Ώρα να φύγω. Όπως θα φύγετε κάποτε κι εσείς. Και τα φαντάσματα της ζωής μου θα μ’ αναζητούν τώρα τρέχοντας μες στη νύχτα και τα φύλλα θα ριγούν και θα πέφτουν. Ετσι συνήθως έρχεται το φθινόπωρο. Γι’ αυτό, σας λέω, ας κοιτάξουμε τη ζωή μας με λίγη περισσότερη συμπόνοια/ μιας και δεν ήτανε ποτέ πραγματική.